Μίλα ψιθυριστά όταν μιλάς γι' αγάπη...
Το MotoPress για μένα είναι μια πονεμένη ιστορία. Έχει περάσει από χίλια μύρια κύματα. Τα πρώτα του βήματα τα βάδισε το καλοκαίρι του 1984 (σημαδιακή, κατά Τζορτζ Όργουελ, χρονολογία)...
Τα όσα βίωσα εξ’ αιτίας αυτού του εγχειρήματος είναι δύσκολο να περιγραφούν. Ακόμη υπόκειμαι των συνεπειών αυτής μου της πρωτοβουλίας. Σ' ένα σαλούν, όπου τα εξάσφαιρα έριχναν επτά σφαίρες, έπαιζα με δαύτα ρώσικη ρουλέτα, ρίχνοντας, από την τρομάρα μου, πρώτος...
Τριάντα πέντε χρόνια μετά, κινούμαι ενάντια σ’ αυτό που μου συνέβη, με την ελπίδα (και ίσως την πιθανότητα) να προσπεράσω την παθολογία όλων εκείνων που ως τώρα δεν κατάφεραν να με εκφράσουν. Ουσιαστικώς, η ιδέα του Motopress γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1984, όταν επεχείρησα να εκδώσω, για πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά, εβδομαδιαία εφημερίδα για μοτοσυκλέτες (για να είμαι ακριβής: για αγώνες μοτοσυκλέτας). Ήταν μια (προϊστορική) εποχή που δεν υπήρχαν απ' ευθείας τηλεοπτικές μεταδόσεις και οι φίλοι των αγώνων ενημερώνονταν σχεδόν ένα μήνα αργότερα από τον τότε ειδικό τύπο (Motosport, Μοτονέα, Motorrad και κάποια περιοδικά αυτοκινήτου). Η ιδέα του εβδομαδιαίου εντύπου ήταν καλή, σε καιρούς που οι φίλαθλοι των δύο τροχών διαρκώς πολλαπλασιάζονταν και η θεαματικότητα του σπορ αυξανόταν ανεξέλεγκτα. Αυτοί που δεν ήταν της προκοπής, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, ήταν οι λογαριασμοί που είχα κάνει (πάντα σ' αυτούς την «πατάω») και μοιραίως η όλη προσπάθεια έπεσε στο κενό. Οκτώ χρόνια αργότερα ξαναπροσπάθησα.
Εμείς στο ένα άκρο, Εκείνοι στο άλλο. Ίσως η υλοποιήσιμη αλήθεια να ήταν κάπου στην μέση. Όμως ενεργούσα με την ορμή των οραμάτων μου και ενεργούσαν με την ορμή της δύναμης του χρήματος. Στην πατρίδα μας, οι δύο αυτοί άξονες είναι πάντοτε ασύμπτωτοι. Βίοι παράλληλοι και ενίοτε καταστροφικοί για τους οραματιστές. Η Ελληνική επιχειρηματική σκέψη πάγια και ακλόνητη: «Το όραμα δεν πληρώνει».
Οι εποχές άλλαξαν. Πέρασαν είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια από τότε. Ακολούθησα τον «δρόμο της καμήλας» με τον δικό μου τρόπο. Έναν συνεργάτη από την τότε συντακτική ομάδα, τον διευθυντή σύνταξης του περιοδικού, τον αγαπημένο μου Τέο Λαζάκι, τον έχασα για πάντα. Τον τσάκισε το δικό του όραμα. Οι υπόλοιποι αντέχουν ακόμη.
Στους καιρούς που η πληροφορία ταξιδεύει με την ταχύτητα του φωτός, οι μορφές ενημέρωσης άλλαξαν ριζικά, η έκφραση άποψης και η καταγραφή γνώσης δεν απαιτεί "ματσωμένους" χρηματοδότες (που με την σειρά τους απαιτούν κατευθυνόμενη ενημέρωση), η παγκόσμια κοινότητα έχει μετατραπεί σε μία οικογένεια, η ανταλλαγή απόψεων και η διαδραστική σχέση των πολιτών του κόσμου αποτελεί πλέον καθεστώς.
Ο παγκόσμιος ιστός έδωσε φωνή και δύναμη σε όλους, χωρίς διακρίσεις. Τα τελευταία οκτώ χρόνια επανήλθα στον «τόπο του εγκλήματος», εκμεταλλευόμενος τις δυνατότητες του διαδικτύου και την αισθητά χαμηλότερη δαπάνη που απαιτείται. Δημιουργούνται οι "Εκδόσεις Υπατία" με αποκλειστικό τους θέμα -τι άλλο;- τους αγώνες ταχύτητας μοτοσυκλετών και (κατ' αρχήν) οργανώνει το διαδικτυακό "MotoPress".
MotoPress
Η κουλτούρα του μηχανικού αθλητισμού είναι μια πολύ παρεξηγημένη ιστορία στην ελληνική δίτροχη καθημερινότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι το ίδιο το δημοσιογραφικό κατεστημένο του εγχώριου ειδικού τύπου σνομπάρισε -και ενίοτε σαμποτάρισε- επιδεικτικά το μηχανικό σπορ στο παρελθόν γιατί δεν “πουλούσε”. Το ίδιο έπραξαν και οι παράγοντές του. Η αμείλικτη γλώσσα των αριθμών (πωλήσεων) δικαίωσε τις επιλογές τους. Ουδεμία εκδοτική προσπάθεια είχε αμιγές αγωνιστικό περιεχόμενο. Δεν ενδιέφερε τους εμπόρους. Ο κόσμος που ενδιαφερόταν για τους αγώνες μοτοσυκλέτας συνήθως είχε ήδη μοτοσυκλέτα. Ο κόσμος που αγόραζε περιοδικά μοτοσυκλέτας ψηνόταν για να αγοράσει. Το ψητό το είχε ο κόσμος που ψηνόταν. Συνεπώς, «no money, no honey» που λένε και οι συμπαθείς παλλακίδες. Και οι αγώνες παρέμεναν στο περιθώριο...
Η δίτροχη κίνηση στα όρια δεν είναι πρακτική, αλλά τρόπος ζωής. Οι άνθρωποι και τα μέταλλα που την υπηρετούν συνθέτουν το περιβάλλον των αγώνων και αυτός είναι ο δικός μου κόσμος!
[full_Page]